Νικόλαος Γιαμάκος, Αρχιτέκτων (1937 – 2023)
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1937 και σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Γκρατς της Αυστρίας. Το 1968 επέλεξε το Βόλο για να ζήσει με την οικογένειά του και να ιδρύσει ένα από τα λίγα τότε αρχιτεκτονικά γραφεία. Πρόθυμος για συνεργασίες, ταλαντούχος και ακούραστος σχεδιαστής ακόμη και με τις πιο πρόσφατες τεχνολογίες, δάσκαλος για πολλούς, αφιέρωσε όλη του την ζωή στον σχεδιασμό πολυάριθμων έργων, δημοσίων και ιδιωτικών μελετών, όπως πολυκατοικίες, κτίρια γραφείων, ξενοδοχεία, συγκροτήματα κατοικιών, ειδικών κτιρίων κλπ. Σε πολλά από αυτά συνεργάστηκε μέχρι το 1983 με τους αρχιτέκτονες Παν. Τσολάκη και καθηγητή Αλέξανδρο Ζάννο.
Ξεχώριζε πάντα για την καλλιτεχνική του προσέγγιση στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό βρίσκοντας πεδίο έκφρασης στα παραδοσιακά κτίρια του Πηλίου, αποφεύγοντας κοινότυπες απομιμήσεις και προσθέτοντας πολλά καινοτόμα αλλά απέριτα αρχιτεκτονικά στοιχεία και λεπτομέρειες. Η αρχιτεκτονική του έκφραση ήταν προέκταση της ζωγραφικής του προσέγγισης. Έδινε ιδιαίτερη σημασία στην λειτουργική κάτοψη , στην λιτή όψη και ήταν ιδιαίτερα απαιτητικός στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ακολουθώντας τις αρχές του Bauhaus, τόσο στις πρώτες πολυκατοικίες (Αργοναυτών και Τοπάλη, Τριχόπουλου, ξενοδοχείο Αλέξανδρος κλπ) όσο και στις εξοχικές κατοικίες (μικρά συγκρότηματα παραθεριστικών κατοικιών προσαρμοσμένων στο φυσικό περιβαλλον στο δρόμο για Παπά – Νερό, στην Μηλίνα, στο Χορευτό, στην Τσαγκαράδα κ.λ.π)
Πέτρα, λευκός σοβάς, ξύλο και σχιστόπλακες ήταν τα αγαπημένα εργαλεία και υλικά της σύνθεσής του, στις κατασκευές στο Πήλιο.
Από το 1973 – 1976 υπήρξε επιβλέπων Αρχιτέκτων του προγράμματος δανειοδοτήσεων του Ε.Ο.Τ. για τις πρώτες μετατροπές αξιόλογων παραδοσιακών κτιρίων σε ξενώνες, σε όλο το Νομό Μαγνησίας και στις Βόρειες Σποράδες. Με συνεργάτες του την Άννα Καστρουνή και άλλους, όργωσαν τον Νομό και αποτύπωσαν σχεδιαστικά όλο το αξιόλογο παραδοσιακό κτιριακό δυναμικό, συντάσσοντας αρχεία φακέλων και διατυπώνοντας προτάσεις διατήρησης. Πολλά από αυτά τα κτίρια στην πορεία κηρύχτηκαν διατηρητέα μνημεία και λειτουργούν μέχρι σήμερα ως ξενώνες.
Το 1976 εργάστηκε ως Υπεύθυνος στον Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων στο Νομό Μαγνησίας.
Κατά διαστήματα υπήρξε μέλος της τότε Επιτροπής Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Νομού Μαγνησίας και Βορείων Σποράδων.
Από το 1988 και έπειτα, με συνεργάτες τα παιδιά του Φωτεινή Γιαμάκου και Σωτήριο Γιαμάκο, αρχιτέκτονες μηχανικούς, συνέχισε με το ίδιο μεράκι να εκπονεί ως Ομάδα πλέον, μελέτες κάθε κατηγορίας και κλίμακας στο Βόλο, στο Πήλιο, στην Ελλάδα. Συμμετείχε σε πολλούς Διεθνείς και Πανελλήνιους Αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς με άλλους καταξιωμένους μηχανικούς και συμβούλους αποσπώντας βραβεία και διακρίσεις μέχρι την συνταξιοδότησή του.
Στην δύση της επαγγελματικής του καριέρας και λόγω της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας δεν δίστασε να ταξιδέψει στην Λειψία της Γερμανίας, προκειμένου να εργαστεί ως Αρχιτέκτων σε συνεργασία με Γερμανούς Αρχιτέκτονες.
Σχεδίασε και έκανε πραγματικότητα μαζί με την από 17 χρονών σύντροφό του Μερόπη Γιαμάκου το ξενοδοχείο “Μαιστράλι” στην Άφησσο όπου έζησε μέχρι τέλους. Η μεγάλη του αγάπη για την ζωγραφική, τον συνόδευε πάντα αφήνοντας παρακαταθήκη πλειάδα έργων.
Υπήρξε ιδιαίτερα εργατικός, μετριοπαθής και αγαπητός μεταξύ των συναδέλφων, χωρίς να προβάλλει τα έργα του, αρκετά από τα οποία κοσμούν την περιοχή μας. (Αποκατάσταση – Διαμόρφωση & Εξοπλισμός του παλιού Μεταξουργείου Ν. Ιωνίας σαν ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΞΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων – Υδροβιοτόπων (ΕΚΒΥ) του Μουσείου Γουλανδρή στη Θέρμη, Πανεπιστημιακό συγκρότημα Πολιτικών Μηχανικών, στο Βόλο σε συνεργασία με το γραφείο Δ. & Λ. Ποτηρόπουλος, Συγκρότημα ΞΕΝΙΑ πολυώροφων κατοικιών στο Βόλο.)
Comments